ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ ΣΤΟ:

iliochori@gmail.com


14 Δεκ 2011

Ψήνοντας Ρακί Στα Ζαγοροχώρια

Σε μία μικρή καλύβα η οποία έχει ντουμανιάσει από την κάπνα περιμένεις με ανυπομονησία να δεις τον πρώτο ατμό, την πρώτη σταγόνα να τρέχει από το στόμιο του καζανιού. Βάζεις το σφηνοπότηρο από κάτω και τότε τρέχει σταγόνα σταγόνα το πρωτοράκη. Μόλις γεμίσει πίνεις μία γουλιά (έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να πιείς περισσότερο) και το δίνεις να περάσει από όλους όσους βρίσκονται δίπλα σου. Κλείνεις τα μάτια σου και ταρακουνάς το κεφάλι σου σε σημείο που θες να ρίξεις σφαλιάρα στον εαυτό σου. Τόσο δυνατό είναι αλλά και ταυτόχρονα τόσο μεγάλη ευχαρίστηση σου δίνει όταν το έχεις φτιάξει με καλή παρέα και με παραδοσιακό τρόπο.
zagoroxoria2.jpg

Η ιδέα έπεσε μία εβδομάδα πριν και δεν ήθελε πολύ για να πραγματοποιηθεί. Ρακοκάζανα στα Γιάννενα. Συγκεκριμένα στην Ζίτσα. Ένα παραδοσιακό κρασοχώρι που από την ομορφιά του είχε γοητευθεί μέχρι και ο Λόρδος Βύρων και είχε παραμείνει στο μοναστήρι στην κορυφή του χωριού. Η Ζίτσα φημίζεται για την ιδιαίτερη ποικιλία (Ντεμπίνα) σταφυλιών τα οποία παράγουν έναν ιδιαίτερο αφρώδες οίνο.

Από τα στέμφυλα αυτής της ίδιας ποικιλίας ξεκίνησε η παραγωγή του τσίπουρού μας. Η διαδικασία παρόμοια με όλες τις αποστάξεις. Ένα μεγάλο καζάνι όπου μπαίνει στην φωτιά (συγκεκριμένα ξυλοφωτιά, εξ ού και το ντουμάνι από τον καπνό) το οποίο βράζει. Οι ατμοί του περιέχουν αλκοόλη οι οποίοι από την κορυφή του καζανιού περνούν σε μία σωλήνα. Αυτή η σωλήνα περνά μέσα από ένα βαρέλι γεμάτο κρύο νερό ώστε να υγροποιηθούν οι ατμοί και τελικώς να γίνουν ρακή η οποία θα στάζει ευλαβικά από το στόμιο. Αρχικά οι βαθμοί του αποστάγματος είναι αρκετά υψηλοί γι'αυτό και το πρωτοράκη βαράει πραγματικά στο κεφάλι. Έπειτα όμως οι βαθμοί πέφτουν και όταν φτάσουν στο επιθυμητό σημείο τότε σταματά η διαδικασία και ανανεώνεται το καζάνι με νέα στέμφυλα. Οι βαθμοί ελέγχονται αρκετές φορές κατά την διάρκεια της διαδικασίας σε έναν μεταλλικό σωλήνα όπου τοποθετείται το γραδόμετρο. Μετά έρχεται η μετάγγιση του "αγιασμού" στις νταμιτζάνες. Μία διαδικασία η οποία έχει αρκετές απώλειες αφού πρέπει να δοκιμάσεις -αρκετές φορές για να είσαι σίγουρος- το προϊόν που παρήγαγες.

Με ορμητήριο-καταφύγιο αυτό το κεφαλοχώρι των ορεινών Ιωαννίνων, όπου ήταν και το μέρος όπου έγινε η παρασκευή του "θείου αποστάγματος" η εξερεύνηση των Ζαγοροχωρίων ήταν κάτι που απλά επιβαλλόταν. Πρώτη στάση τα Άνω Πεδινά. Στα 900 μ. υψόμετρο στο κέντρο της περιοχής των Ζαγοροχωρίων τα Άνω Πεδινά είναι ένα από τα παλαιότερα χωριά. Γραφικό, πέτρινο με μία υπέροχη πλατεία στην μέση της κατηφόρας που διασχίζει το χωριό. Λίγο πιο πάνω από την πλατεία βρίσκεται το Dizaki. Ένα υπέροχα διακοσμημένο καφέ εστιατόριο του οποίου το τζάκι αλλά και ο καφές μας ζέστανε από το τσουχτερό κρύο. Μην σου κάνει εντύπωση το όνομα. Έτσι λέγεται ο πάγκος στην τοπική διάλεκτο. Σίγουρα μέσα στο Dizaki θα χαλαρώσεις από την υπέροχη ατμόσφαιρα και την μουσική του αλλά και θα χαζέψεις από το περιβάλλον του. Ξύλινο ταβάνι, διακόσμηση προσεγμένη σε κάθε λεπτομέρεια και ένα επιβλητικό μαύρο πιάνο στην μία του άκρη να είναι έτοιμο να βγάλει νότες και μελωδίες.

Μόλις βγαίνεις από το Dizaki το πρώτο πράγμα που θα σου τραβήξει την προσοχή είναι η φωτισμένη πλαγιά στην απέναντι πλευρά. Πετρόχτιστα σπιτάκια με προβολείς επάνω τους τόσο εναρμονισμένα με το περιβάλλον του χωριού που αρχικά δεν καταλαβαίνεις αν είναι ξενώνες ή κάτι άλλο. Την ίδια απορία είχαμε και εμείς και για αυτό κατηφορίσαμε και τελικώς βρεθήκαμε να συζητάμε με τις ώρες με τον Βασίλη Παπαρούνα για τα εστιατόρια της Αθήνας που έχει στήσει αλλά και τα μανιτάρια που αποτελούν την μεγάλη του αγάπη.

zagoroxoria3.jpg

Α! Ο Βασίλης Παπαρούνας είναι ο ιδιοκτήτης του "Μονοπάτια Mountain Resort" στο οποίο μας ξενάγησε. Δωμάτια σε πολύ προσιτές τιμές αλλά και 8 ανεξάρτητα cottages τα οποία είναι και η αιτία για αυτό τον υπέροχο φωτισμό. Όλο το συγκρότημα είναι φτιαγμένο από πέτρα και μένεις με το στόμα ανοιχτό από την προσοχή στην λεπτομέρεια. Το ίδιο ισχύει και για το εστιατόριο το οποίο στεγάζεται σε ένα πλήρως ανακαινισμένο κτήριο -που κάποτε είχε καεί επειδή η ιδιοκτήτριά του είχε έναν αναπάντητο έρωτα- με μία διακόσμηση που εντυπωσιάζει τον κάθε επισκέπτη. Αυτό όμως που εντυπωσίασε εμένα ήταν το κελλάρι -ακόμα και αυτό- πιστό στα παραδοσιακά πρότυπα με γύρω στις 100 ετικέτες να διατηρούνται στις τέλειες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας.

Την επόμενη μέρα η απόφαση ήταν απλή για τον προορισμό. Μεγάλο και Μικρό Πάπιγκο με αρκετές έως πολλές ενδιάμεσες στάσεις. Ο δρόμος λίγο μακρινός αλλά άξιζε μέχρι το τελευταίο χιλιόμετρο. Πρώτη στάση στην γέφυρα του Βοϊδομάτη. Το σκηνικό σαν να βγήκε από ταινία του Ανγκ Λι. Ένα ήρεμο ποτάμι που από την μία πλευρά υψώνεται βουνό και από την άλλη όχθη, παντού πεσμένα φύλλα. Φύλλα πορτοκαλί και κόκκινα δημιουργούν μία φωτογραφία την οποία κάθεσαι και χαζεύεις. Ούτε ο  Μπομπ Ρος στους πίνακές του δεν θα μπορούσε να φτιάξει τέτοιο τοπίο.
zagoroxoria4.jpg

Αμέσως μετά περνάμε το Μεγάλο Πάπιγκο. Η στάση εκεί θα γίνει στον γυρισμό αφού πρώτα σειρά έχει το μικρό Πάπιγκο και οι κολυμπήθρες. Καλά άκουσες. Κολυμπήθρες. Και το όνομα του μέρους δεν είναι καθόλου αλληγορικό. Είναι ακριβώς αυτό που λέει. Στον δρόμο ανάμεσα στο Μεγάλο και το Μικρό Πάπιγκο υπάρχει ένα μικρό μονοπάτι που οδηγεί σε φυσικά κοιλώματα τα οποία γεμίζουν με νερό από τα βουνά. Με  τεχνητά φράγματα το καλοκαίρι δημιουργούνται μεγάλες δεξαμενές νερού όπου μπορεί ο καθένας να κάνει μπάνιο.

Αμέσως μετά το Μικρό Πάπιγκο. Το τελευταίο χωριό από όπου και ξεκινούν οι διαδρομές πεζοπορίας για την χαράδρα του Βίκου αλλά και για τις δρακόλιμνες. Σε αυτό το χωριό όταν περπατάς στα σοκάκια του από πέτρα το μόνο που βλέπεις είναι το όρος Τύμφη (ή Γκαμήλα όπως το λένε οι ντόπιοι). Όμως όταν γυρίσεις το βλέμμα σου τότε έχεις μία υπέροχη θέα όλης της κοιλάδας. Εκεί που η φύση οργιάζει και το μάτι σου δεν χορταίνει να την βλέπει. Από το τοπίο μάλλον γοητεύτηκε και ο γάτος και έκατσε εκεί για να το θαυμάσει.

zagoroxoria5.jpg

Επιστροφή και τελευταία στάση στο Μεγάλο Πάπιγκο, ένα μεγάλο χωριό με πέτρινα σπίτια όπου η κάθε οικογένεια έχει το δικό της χρώμα πατζούρια. Εκεί ήπιαμε έναν καφέ στην Μπίμτσα. Ελληνικός στην χόβολη αλλά διαθέτει επίσης και τεράστια ποικιλία σε γεύσεις τσάι και σοκολάτας καθώς και γλυκά του κουταλιού. Η Μπίμτσα είναι ουσιαστικά το παλιό καφενείο του χωριού πλήρως ανακαινισμένο. Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβεις αφού στον ένα τοίχο του δεσπόζει μία παλιά φωτογραφία από ένα γλέντι με κλαρίνα, ακορντεόν και άλλα όργανα ακριβώς έξω από το καφενείο. Κάπου εκεί ξεκίνησε ο δρόμος της επιστροφής με απίστευτες εικόνες στο μυαλό και μπουκάλια γεμάτα τσίπουρο δικής μας παραγωγής.
ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΣΤΟ: http://taxidiaris.pblogs.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου