Περίκλειστο ανάμεσα στα κορφοβούνια της Βόρειας Πίνδου βρίσκεται το Ζαγόρι, μια ορεινή περιοχή της Ελλάδας που αν και σήμερα δεν αποτελεί ιδιαίτερη διοικητική ενότητα, το σύνολο των 47 χωριών της συνθέτει ένα ενιαίο, αδιάσπαστο πολιτισμικό, ιστορικό και γεωγραφικό χώρο με έντονη παρουσία στην Βαλκανική. Αρχέγονες γεωλογικές ανακατατάξεις που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία, δημιούργησαν τη τραχιά γλυπτική αυτού του "τόπου πίσω απ' το βουνό"...
Βαθύσκιωτα φαράγγια, φιδωτά ποτάμια, σκιερά βαθυπράσινα δάση κατακλύζουν κάθε σπιθαμή γης και αφοπλίζουν με την άγρια ομορφιά τους. Κυρίαρχος του τοπίου η πυργωτή οροσειρά της Τύμφης, σκιάζει με τη πέτρινη στέγη της τα πολυάριθμα χωριά που δηλώνουν την από αιώνων ανθρώπινη παρουσία!
Βαθύσκιωτα φαράγγια, φιδωτά ποτάμια, σκιερά βαθυπράσινα δάση κατακλύζουν κάθε σπιθαμή γης και αφοπλίζουν με την άγρια ομορφιά τους. Κυρίαρχος του τοπίου η πυργωτή οροσειρά της Τύμφης, σκιάζει με τη πέτρινη στέγη της τα πολυάριθμα χωριά που δηλώνουν την από αιώνων ανθρώπινη παρουσία!
Εδώ οι ορεινές κοινότητες βιώνουν ακόμα και σήμερα, τον σεβασμό στις σκληρές ιδιομορφίες της γης που στήριξε την ιστορική και πολιτιστική τους πορεία στο χρόνο. Ετυμολογικά η
ονομασία Ζαγόρι έχει σλαβική καταγωγή και προέρχεται από τη λέξη "ζα-γκόρι", που σε απλά Ελληνικά μεταφράζεται ως "ο τόπος πίσω από το βουνό". Το Ζαγόρι χωρίζεται σε Δυτικό, Κεντρικό και Ανατολικό. Οι τρεις αυτές γεωγραφικά ξεκάθαρες ενότητες υπάγονται στο νομό Ιωαννίνων και βρίσκονται στα όρια του γεωγραφικού διαμερίσματος της Ηπείρου.
Στα καλντερίμια της… ιστορίας
Τα Ζαγοροχώρια εμφανίζονται στο προσκήνιο της ιστορίας σαν ανεξάρτητη γεωγραφική ενότητα, ήδη από τον 14ο αιώνα. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας (1453 - 1913) η περιοχή του Ζαγορίου χαίρει πολλών προνομίων, αφού αρκετά από τα χωριά δήλωσαν υποταγή με ευνοϊκά ανταλλάγματα στον Σινάν Πασά, ο οποίος σχεδίαζε να καταλάβει τα Γιάννενα και έψαχνε για συμμάχους.
Με τον τρόπο αυτό οι κάτοικοι απέκτησαν αυτονομία, όσο για τους φόρους, υπόγραψαν άντ' αυτών το "Βοϊνίκο", συνθήκη με την οποία ορισμένοι άντρες από κάθε χωριό υποχρεώνονταν να υπηρετήσουν για 2 μήνες στον Οθωμανικό στρατό. Αργότερα καταργήθηκε κι αυτή, και η "Επιστασία Ζαγορίου" απόκτησε συγκεκριμένα σύνορα, ερμητικά κλειστά ακόμα και για τους Τούρκους, ενώ απολάμβανε την ασυλία της, ως ευνοούμενο "κράτος εν κράτη", με θρησκευτική ανεξαρτησία και τοπική αυτοδιοίκηση.
Με τον τρόπο αυτό οι κάτοικοι απέκτησαν αυτονομία, όσο για τους φόρους, υπόγραψαν άντ' αυτών το "Βοϊνίκο", συνθήκη με την οποία ορισμένοι άντρες από κάθε χωριό υποχρεώνονταν να υπηρετήσουν για 2 μήνες στον Οθωμανικό στρατό. Αργότερα καταργήθηκε κι αυτή, και η "Επιστασία Ζαγορίου" απόκτησε συγκεκριμένα σύνορα, ερμητικά κλειστά ακόμα και για τους Τούρκους, ενώ απολάμβανε την ασυλία της, ως ευνοούμενο "κράτος εν κράτη", με θρησκευτική ανεξαρτησία και τοπική αυτοδιοίκηση.
Έξυπνοι, ευέλικτοι, διπλωμάτες οι Ζαγορίσιοι, με διασυνδέσεις στην κεντρική εξουσία και δραστήριοι καθώς ήταν, διέπρεψαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Μέρος της μοίρας των Ζαγοριτών όπως και των περισσότερων ορεσίβιων της Πίνδου, ήταν η μετανάστευση. Απ' τον 17ο αιώνα πήραν τον δρόμο του ξενιτεμού τραβώντας για Μοναστήρι, Σίσκοβο, Βουκουρέστι. Τα οργανωμένα καραβάνια ωφελήθηκαν από τα ανοικτά σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και όργωναν την Βαλκανική.
Οι Ζαγορίσιοι έφερναν πίσω μαζί τους από την ξενιτιά πλούτο και δύναμη, αφού πρώτα βρέθηκαν να μεγαλουργούν παντού, από την Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία, έως την Αυστρία και την Αίγυπτο. Επιδράσεις από την Ανατολή και τη Δύση άρχισαν τότε να εισβάλλουν στον κοινωνικό ιστό της τοπικής κοινωνίας με τον εισαγόμενο πλούτο και την ανάπτυξη των γραμμάτων, που πήρε τη μορφή προ-αστικού χαρακτήρα.
Παρόλα αυτά το Ζαγόρι παρέμεινε κατ' εξοχήν αγροτική κοινωνία με πολυπολιτισμική σύνθεση από ετερόκλητες ομάδες ανθρώπων, όπως γηγενείς Ζαγορίσιοι, Βλάχοι, Σαρακατσαναίοι κ.α., οι οποίοι ζούσαν κυρίως από την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Ο πλούτος και η χλιδή αφορούσε την άρχουσα τάξη, πράγμα εμφανές και στον εσωτερικό διάκοσμο των αρχοντικών. Οι επιτοίχιες ζωγραφιές δυτικού τύπου παραπέμπουν σε ζωγραφική μπαρόκ, όπως σε πολλά αρχοντικά στα Αμπελάκια και στην Καστοριά.
Η αρχιτεκτονική των οικισμών είχε αμυντικό χαρακτήρα. Η δόμηση πυκνή γύρω από την πλατεία και μια ρυμοτομία που την καθόριζαν τα αθέατα σχεδόν καλντερίμια, φανέρωνε εκτός από την ανάγκη για ασφάλεια, την εσωστρέφεια της ζαγορίτικης πατριαρχικής κοινωνίας η οποία εξασφάλιζε έτσι την περιφρούρηση της ιδιωτικής ζωής. Χαρακτηριστικά είναι τα μονόπατα ή δίπατα σπιτικά με τις χαμηλές πόρτες και τα μικρά θολωτά παράθυρα που μοιάζουν να βρίσκονται σε κλοιό απομόνωσης, καθώς περιστοιχίζονται από ψηλούς μαντρότοιχους!
Η αρχιτεκτονική των οικισμών είχε αμυντικό χαρακτήρα. Η δόμηση πυκνή γύρω από την πλατεία και μια ρυμοτομία που την καθόριζαν τα αθέατα σχεδόν καλντερίμια, φανέρωνε εκτός από την ανάγκη για ασφάλεια, την εσωστρέφεια της ζαγορίτικης πατριαρχικής κοινωνίας η οποία εξασφάλιζε έτσι την περιφρούρηση της ιδιωτικής ζωής. Χαρακτηριστικά είναι τα μονόπατα ή δίπατα σπιτικά με τις χαμηλές πόρτες και τα μικρά θολωτά παράθυρα που μοιάζουν να βρίσκονται σε κλοιό απομόνωσης, καθώς περιστοιχίζονται από ψηλούς μαντρότοιχους!
Η χρυσή εποχή του Ζαγορίου ήρθε κάπου εκεί, ανάμεσα στα 1750 και 1900. Τότε κτίστηκαν τα περισσότερα μεγάλα αρχοντικά, οι εκκλησίες και τα μοναστήρια που κοσμούν ακόμη και σήμερα τον τόπο με την λαμπρή αρχιτεκτονική παρουσία τους. Ο μαρασμός άρχισε με την οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου (κραχ) και ολοκληρώθηκε με τα γεγονότα του Β Παγκοσμίου πολέμου και του αιματηρού Εμφυλίου (1940-1948).
Αδάμαστη γη
Αδάμαστη γη
Το βουνό Γκαμήλα ή αλλιώς "όρος Τύμφη" όπως συχνά αναφέρεται με το αρχαιοπρεπές του όνομα στους περισσότερους χάρτες, δεσπόζει με τα 2.497 μέτρα του στην τοπιογραφία της Ηπείρου. Το πολύκορφο και αλπικό βουνό, ορατό σχεδόν από κάθε γωνιά του νομού, χωρίς να είναι το ψηλότερο, ξεχωρίζει με την κορμοστασιά του από τον υπόλοιπο κορμό της Πίνδου. Η ονομασία "Γκαμήλα" πολύ πιθανόν να προήλθε από τις πολλές κορφές που η αστείρευτη λαϊκή φαντασία ταύτισε με τη ράχη γκαμήλας.
Αν και αποψιλωμένη στα μεγάλα υψόμετρα από παλιές πυρκαγιές και από την υπερβόσκηση, η Γκαμήλα διαθέτει παρόλα αυτά μεγάλα δάση, κυρίως προς την πλευρά του Κεντρικού Ζαγορίου και του Βρυσοχωρίου, τα οποία απαρτίζονται από οξιές, ρόμπολα, μαυρόπευκα και έλατα. Η άγρια πανίδα της κάποτε ήταν εξαιρετικά πλούσια σε λύκους, αρκούδες, λίγκες, ελάφια και αγριόγιδα. Σήμερα από τους βιολόγους οι πληθυσμοί των περισσότερων θηλαστικών θεωρούνται οριακοί για την επιβίωση των ειδών.
Αν και αποψιλωμένη στα μεγάλα υψόμετρα από παλιές πυρκαγιές και από την υπερβόσκηση, η Γκαμήλα διαθέτει παρόλα αυτά μεγάλα δάση, κυρίως προς την πλευρά του Κεντρικού Ζαγορίου και του Βρυσοχωρίου, τα οποία απαρτίζονται από οξιές, ρόμπολα, μαυρόπευκα και έλατα. Η άγρια πανίδα της κάποτε ήταν εξαιρετικά πλούσια σε λύκους, αρκούδες, λίγκες, ελάφια και αγριόγιδα. Σήμερα από τους βιολόγους οι πληθυσμοί των περισσότερων θηλαστικών θεωρούνται οριακοί για την επιβίωση των ειδών.
Το σπουδαίο αυτό καταφύγιο άγριας ζωής διαγράφει το μέλλον του δυσοίωνο, αφού οι ανεξέλεγκτες ανθρώπινες δραστηριότητες δεν γνωρίζουν κανόνες και περιορισμούς. Παρ' όλο το έντονο ενδιαφέρον της πολιτείας, το παράνομο κυνήγι, η διάνοιξη άφθονων δασικών δρόμων, η ανεξέλεγκτη υλοτομία, αλλά και οι πυρκαγιές, προκαλούν ακόμα μεγάλη καταστροφή.
Το Φαράγγι του Βίκου
Το φαράγγι του Βίκου κόβει στα δυο το βουνό και αναμφίβολα σφραγίζει με την παρουσία του τον ιδιόμορφο αυτό τόπο. Θεωρείται ένα από το πλέον εντυπωσιακά φυσικά τοπία της Ευρωπαϊκής ηπείρου με σπάνια γεωλογική και οικολογική αξία. Μεγάλο μέρος του φαραγγιού διασχίζει ο Βοϊδομάτης, το πιο κρύο και καθαρό ποτάμι της Ευρώπης με σταθερή θερμοκρασία νερών 9 βαθμών C.
Οι δύο άκρες του ανοίγουν ένα γεωλογικό χάσμα μήκους πάνω από 16 χλμ. και βάθους που σε ορισμένα σημεία ξεπερνά τα 700 μέτρα. Θεωρείται ένα από τα πιο εντυπωσιακά φυσικά τοπία της Ευρωπαϊκής ηπείρου με σπάνια γεωλογική και οικολογική αξία. Με πλούσια χλωρίδα και πολλά ενδημικά φυτά, αλλά και σπουδαία πανίδα, ο Βίκος μαζί με το συγγενικό οικοσύστημα του γειτονικού ποταμού Αώου, αποτελεί από το 1973 τον περίφημο Εθνικό δρυμό Βίκου-Αώου.
Πασίγνωστοι στην εποχή της Τουρκοκρατίας ήταν οι περίφημοι Βικογιατροί, πρακτικοί θεραπευτές που χρησιμοποιούσαν βότανα από το Βίκο, αλλά και γιάτρευαν με μούχλα τις πληγές, πολλά χρόνια πριν την ανακάλυψη της πενικιλίνης από τον Φλέμινγκ. Ο Βίκος εκτός από την αισθητική του αξία αποτελεί ένα από τα τελευταία καταφύγια της άγριας ζωής. Εδώ ζουν η αρκούδα, ο λύκος, η σπάνια βίδρα και πιθανόν ο υπό εξαφάνιση λίγκας. Στον Βοϊδομάτη κολυμπούν αρκετά είδη ψαριών και φυσικά η άγρια πέστροφα. Το κυριότερο πρόβλημα του δρυμού είναι η μη επαρκής φύλαξή του και η ανεξέλεγκτη κίνηση των τουριστών.
ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΖΑΓΟΡΙ
Αφήνοντας πίσω την ηρεμία της λίμνης των Ιωαννίνων και την ένταση της σύγχρονης πρωτεύουσας του νομού, τα χιλιόμετρα φεύγουν γρήγορα στις μεγάλες ευθείες του κεντρικού οδικού άξονα Ιωαννίνων-Κόνιτσας. Λίγα χιλιόμετρα έξω από την Ηπειρώτικη πολιτεία ένας στενός παράδρομος ξεστρατίζει από τη ρότα του εθνικού δρόμου και χάνεται στην αγκαλά των βουνών. Τα χωριά Ελάτη, Δίλοφος, Κήποι, Τσεπέλοβο, Κουκούλι, Σκαμνέλι, Ηλιοχώρι, Βρυσοχώρι και αρκετά ακόμη, απαρτίζουν το Κεντρικό Ζαγόρι.
Τα χωριά Μονοδέντρι, Βίτσα, Πεδινά, Ελαφότοπος ανήκουν στο Δυτικό Ζαγόρι, όμως σήμερα με το υπάρχον οδικό δίκτυο βρίσκονται κοντά στα χωριά του κεντρικού Ζαγορίου και θα τα συμπεριλάβουμε σε αυτήν την παρουσίασή μας. Το Τσεπέλοβο και το Μονοδένδρι, με την πάροδο του χρόνου έχουν αναπτυχθεί σε τουριστικά θέρετρα χωρίς ωστόσο να χάσουν την αυθεντική αρχιτεκτονική τους προσωπικότητα και την πέτρινη γοητεία τους. Το χωριό Κήποι - το οποίο παλιότερο ονομαζόταν Μπάγια - που υπήρξε κεφαλοχώρι από τον 15ο αιώνα, διατηρεί ακόμα και σήμερα ζωντανές τις αγροτικές του καταβολέςs.
Λίγο πιο απόμερα ξεπροβάλλει το Δίλοφο με τους καλοδιατηρημένους και λιγότερο επιτηδευμένους μαχαλάδες από όλο το Ζαγόρι. Κοντά στους Κήπους θα βρούμε το Κουκούλι με την πλατανοσκέπαστη δροσερή πλατεία του και τα θαυμάσια αρχοντικά με ιστορική διαδρομή οκτώ αιώνων. Εδώ βρίσκεται και το Πνευματικό Κέντρο - Μουσείο "Κ. Λαζαρίδης" που διαθέτει μια αξιόλογη συλλογή παλιών συγγραμμάτων, αλλά και μια πλούσια αντιπροσωπευτική συγκέντρωση βοτάνων από την μοναδική σε ποικιλία χλωρίδα της περιοχής Βίκου- Ζαγορίου. Πιο ανατολικά κρυμμένα πίσω από απίστευτα για τα μεσογειακά δεδομένα δάση κωνοφόρων, κρύβονται τα πιο "άσημα" χωριά όπως η Λάιστα το Ηλιοχώρι, το Βρυσοχώρι.
Τα χωριά Μονοδέντρι, Βίτσα, Πεδινά, Ελαφότοπος ανήκουν στο Δυτικό Ζαγόρι, όμως σήμερα με το υπάρχον οδικό δίκτυο βρίσκονται κοντά στα χωριά του κεντρικού Ζαγορίου και θα τα συμπεριλάβουμε σε αυτήν την παρουσίασή μας. Το Τσεπέλοβο και το Μονοδένδρι, με την πάροδο του χρόνου έχουν αναπτυχθεί σε τουριστικά θέρετρα χωρίς ωστόσο να χάσουν την αυθεντική αρχιτεκτονική τους προσωπικότητα και την πέτρινη γοητεία τους. Το χωριό Κήποι - το οποίο παλιότερο ονομαζόταν Μπάγια - που υπήρξε κεφαλοχώρι από τον 15ο αιώνα, διατηρεί ακόμα και σήμερα ζωντανές τις αγροτικές του καταβολέςs.
Λίγο πιο απόμερα ξεπροβάλλει το Δίλοφο με τους καλοδιατηρημένους και λιγότερο επιτηδευμένους μαχαλάδες από όλο το Ζαγόρι. Κοντά στους Κήπους θα βρούμε το Κουκούλι με την πλατανοσκέπαστη δροσερή πλατεία του και τα θαυμάσια αρχοντικά με ιστορική διαδρομή οκτώ αιώνων. Εδώ βρίσκεται και το Πνευματικό Κέντρο - Μουσείο "Κ. Λαζαρίδης" που διαθέτει μια αξιόλογη συλλογή παλιών συγγραμμάτων, αλλά και μια πλούσια αντιπροσωπευτική συγκέντρωση βοτάνων από την μοναδική σε ποικιλία χλωρίδα της περιοχής Βίκου- Ζαγορίου. Πιο ανατολικά κρυμμένα πίσω από απίστευτα για τα μεσογειακά δεδομένα δάση κωνοφόρων, κρύβονται τα πιο "άσημα" χωριά όπως η Λάιστα το Ηλιοχώρι, το Βρυσοχώρι.
ΔΥΤΙΚΟ ΖΑΓΟΡΙ
Η Αρίστη και το Πάπιγκο είναι τα σημαντικότερα χωριά του δυτικού Ζαγοριού και κυριολεκτικά σε καθηλώνουν με την πέτρινη προσωπικότητά τους. Στέγες, βράχια, ουρανός, εκεί που τελειώνει το ένα αρχίζει το άλλο. Παραδίπλα τα χωριά Βίκος και Αγ. Μηνάς, κάπως μακρύτερα από το τουριστικό ρεύμα της περιοχής, διατηρούν αναλλοίωτη την αυθεντική προσωπικότητα τους.
Η βουνό Τύμφη απ' την πλευρά του δυτικού Ζαγορίου αποκαλύπτει την άγρια, βραχώδη θωριά του και το υποβλητικό, πανέμορφο φαράγγι του Βίκου. Ένας στενός αλλά ασφάλτινος δρόμος κουλουριάζεται στις απόκρημνες πλαγιές και συνδέει μεταξύ τους, τους οικισμούς. Η Αρίστη βρίσκεται σε ύψος 650 μέτρων και είναι ένα από τα μεγάλα χωριά του Δυτ. Ζαγορίου. Το παλιό της όνομα ήταν Αρτσίστα και είχε κατά την περίοδο της ακμής της πάνω από 1000 κατοίκους. Εδώ δεσπόζει η επιβλητική εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, κτίσμα του 1718.
Από την Αρίστη ο δρόμος κατηφορίζει για την γέφυρα του Βοϊδομάτη. Από εδώ ξεκινούν δυο σημαντικές πεζοπορικές διαδ
ρομές που εξελίσσονται παράλληλα με την κοίτη του ποταμού με κατεύθυνση είτε προς το μοναστήρι της Παναγιάς της Σπηλιώτισσας, (κτίσμα του 1673), είτε προς τις πηγές του Βοϊδομάτη. Από τη γέφυρα του Βοϊδομάτη αλλεπάλληλες στροφές οδηγούν στο φημισμένο Πάπιγκο, το πιο γνωστό από όλα τα Ζαγοροχώρια που απλώνει τις γειτονιές του σε ύψος 950 μέτρων.
Εδώ εκτός από τα άφθονα καλοδιατηρημένα σπίτια, ξεχωρίζει ο τρισυπόστατος ναός του Αγ. Βλάσιου, κτίσμα του 1852 σε θέση παλιότερου ναού. Ακόμη εντύπωση προκαλεί η περίφημη Καλλίνειος Σχολή που κτίστηκε το 1897. Λίγο ψηλότερα βρίσκεται το Μικρό Πάπιγκο όπου και σταματά ο δρόμος. Απ' το χωριό ξεκινά μονοπάτι που καταλήγει στο καταφύγιο της Γκαμήλας σε υψόμετρο 1950 μέτρα, ενώ από εκεί αρχίζουν και τα περισσότερα ορειβατικά μονοπάτια για τα υψίπεδα και τις κορφές του αλπικού βουνού.
Εδώ εκτός από τα άφθονα καλοδιατηρημένα σπίτια, ξεχωρίζει ο τρισυπόστατος ναός του Αγ. Βλάσιου, κτίσμα του 1852 σε θέση παλιότερου ναού. Ακόμη εντύπωση προκαλεί η περίφημη Καλλίνειος Σχολή που κτίστηκε το 1897. Λίγο ψηλότερα βρίσκεται το Μικρό Πάπιγκο όπου και σταματά ο δρόμος. Απ' το χωριό ξεκινά μονοπάτι που καταλήγει στο καταφύγιο της Γκαμήλας σε υψόμετρο 1950 μέτρα, ενώ από εκεί αρχίζουν και τα περισσότερα ορειβατικά μονοπάτια για τα υψίπεδα και τις κορφές του αλπικού βουνού.
Τον χειμώνα γίνονται δύσβατα και η πεζοπορία σε αυτά απαιτεί ειδικές γνώσεις και ανάλογη πείρα. Το καλοκαίρι τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και δεν είναι λίγοι αυτοί που ανηφορίζουν από το Πάπιγκο για τα υψίπεδα του βουνού. Το μονοπάτι είναι σημαδεμένο και οδηγεί μετά από 3 ώρες στο καταφύγιο και από εκεί σε 2 ώρες στην αλπική Δρακολίμνη. Κοντά στο χωριό Αγ. Μηνάς έχουν ανασκαφεί ερείπια ακρόπολης Ελληνιστικών χρόνων. Ίσως εδώ να υπήρχε και η αρχαία πόλη των Ευρυμενών. Ακόμη, στην κορφή λόφου βρίσκεται βυζαντινό κάστρο, το γνωστό "Καστράκι" για τους ντόπιους, που μάλιστα πιστεύουν ότι επικοινωνούσε με τον Βοϊδομάτη με υπόγεια σκάλα.
ANATΟΛΙΚΟ ΖΑΓΟΡΙ
Στα όρια της Ηπείρου με την Μακεδονία απλώνεται η περιοχή του ανατολικού Ζαγορίου που ορίζεται από την παρουσία του ποταμού Αώου. Η περιοχή προσεγγίζεται από τον εθνικό δρόμο Τρικάλων - Ιωαννίνων και απέχει ελάχιστα από την ορεινή κωμόπολη του Μετσόβου. Τα κυριότερα χωριά είναι το Τρίστενο, το Γρεβενίτι, το Φλαμπουράρι, το Ελατοχώρι, η Βοβούσα, η Δολιανή και το Μακρινό που μοιάζουν να κρύβονται πίσω από τα αδιαπέραστα δάση και τις χιονισμένες μέχρι τον Ιούνιο, κορφές των βουνών.
Εδώ στα κορφοβούνια της Πίνδου κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικης Κατοχής, κτυπούσε η καρδιά της ελεύθερης Ελλάδας κι αυτό ήταν κάτι που δεν μπόρεσε να χωνέψει η γερμανική στρατιωτική διοίκηση. Οι Ιταλοί δεν κατάφεραν να περιορίσουν την εξάπλωση των αντάρτικων δυνάμεων και έτσι ανέλαβαν δράση -κατόπιν προσωπικής εντολής του ίδιου του Χίτλερ για "συντριβή των ατάκτων με οποιονδήποτε τρόπο"!
Έτσι από τον Αύγουστο του 1943 ως τον Αύγουστο του 1944, οι γερμανικές στρατιές με επίλεκτες δυνάμεις πυρός εφορμούσαν στα ελευθέρα βουνά κατακαίγοντας τους οικισμούς. Σε δέκα μήνες κατάστρεψαν 1200 χωριά, ανάμεσά τους και το σύνολο των χωριών του Ανατολικού Ζαγορίου. Έτσι σήμερα το οικιστικό αυτό σύμπλεγμα δεν διαθέτη την αρχιτεκτονική συνοχή, ούτε φυσικά και την τουριστική υποδομή που συναντά κανείς στο Κεντρικό και Δυτικό Ζαγόρι.
Έτσι από τον Αύγουστο του 1943 ως τον Αύγουστο του 1944, οι γερμανικές στρατιές με επίλεκτες δυνάμεις πυρός εφορμούσαν στα ελευθέρα βουνά κατακαίγοντας τους οικισμούς. Σε δέκα μήνες κατάστρεψαν 1200 χωριά, ανάμεσά τους και το σύνολο των χωριών του Ανατολικού Ζαγορίου. Έτσι σήμερα το οικιστικό αυτό σύμπλεγμα δεν διαθέτη την αρχιτεκτονική συνοχή, ούτε φυσικά και την τουριστική υποδομή που συναντά κανείς στο Κεντρικό και Δυτικό Ζαγόρι.
Παρόλα αυτά η μοναδική φύση, η
παρουσία γρήγορων ποταμών και τα μεγάλα σε έκταση δάση, κερδίζουν με το παραπάνω τις εντυπώσεις. Άφθονα μονοπάτια και δασικοί δρόμοι, οδηγούν σε απίθανες τοποθεσίες αλλά και στην καρδιά του Εθνικού Δρυμού, τη «Βάλια Κάλντα» - δηλαδή τη Ζεστή Κοιλάδα - ο οποίος προστατεύεται ως ένα από τα ελάχιστα πια καταφύγια της καφετιάς αρκούδας στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Για όποιον έχει περπατήσει στα ελληνικά βουνά η περιοχή του ανατολικού Ζαγορίου θεωρείται από τις ομορφότερες...
ΠΗΓΗ: http://www.xtes.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου