Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ από την εφημερίδα Ελευθερία
Με προσεκτικά βήματα και την κατάλληλη ενδελέχεια που απαιτείται για τέτοιες εξειδικευμένες περιπτώσεις, οι ελληνικές και οι βρετανικές υπηρεσίες, εξετάζουν κάθε περίπτωση ξεχωριστά, που σχετίζεται με την αποκάλυψη της «Ε» πριν από λίγες ημέρες, ότι κάποιες από τις εικόνες που κλάπηκαν από ναούς της περιοχής τα τελευταία χρόνια, εντοπίστηκαν σε μία από τις πιο γνωστές γκαλερί του Λονδίνου, να πωλούνται έναντι σχετικού τιμήματος.
Η αποκάλυψη της «Ε» έκανε το γύρο του κόσμου κάτι απόλυτα φυσικό, από τη στιγμή που δεν πρόκειται για ένα απλό και καθημερινό θέμα, αλλά για μία εξόφθαλμη περίπτωση εντοπισμού αντικειμένων, που κλάπηκαν από εκκλησίες του νομού, αλλά και από άλλες περιοχές.
Μετά την αρχική ταυτοποίηση έξι εικόνων που είχαν κλαπεί από εκκλησίες του νομού Ιωαννίνων στο Βισικό της Καλουτά, στον Άγιο Τρύφωνα στο Βίκο, καθώς επίσης και στη μονή Αγ. Νικολάου και Κοίμησης της Θεοτόκου στο Ηλιοχώρι, όπως και άλλων εκκλησιών από άλλες περιοχές, όπως από τη Σαμαρίνα, και το Πήλιο, πληροφορίες αναφέρουν πως το τελευταίο τριήμερο εντοπίστηκαν και ταυτοποιήθηκαν και άλλες εικόνες, που επίσης διατίθενται προς πώληση από την ίδια Πινακοθήκη.
Η έρευνα πάντως γίνεται με ιδιαίτερα προσεκτικά βήματα, καθώς κάθε λάθος μπορεί να αποβεί καθοριστικό στη διαδικασία, όχι μόνο της ταυτοποίησης, αλλά κυρίως του επαναπατρισμού των εικόνων, και φυσικά στην εξέλιξη των ερευνών, αναφορικά με τον εντοπισμό των προμηθευτών της Πινακοθήκης με τις εικόνες και των δραστών που αφαίρεσαν τις εικόνες αυτές από τους Ιερούς Ναούς.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί, ότι η διαδικασία ταυτοποίησης των εικόνων δεν είναι κάτι απλό, ούτε γίνεται απλώς με την αντιστοίχιση δύο φωτογραφιών. Αντιθέτως, είναι κάτι που απαιτεί πολύ χρόνο και γι’ αυτό τα όποια αποτελέσματα θα έρθουν στο φως στο εγγύς μέλλον.
Ωστόσο, υπάρχουν ήδη κάποια εμφανή αποτελέσματα της παρέμβασης των αρμόδιων υπηρεσιών τόσο των ελληνικών, όσο και των βρετανικών, αφού από την ιστοσελίδα της Πινακοθήκης αφαιρέθηκε, από το Σάββατο κιόλας, η πρώτη εικόνα που οδήγησε στον εντοπισμό και των υπολοίπων. Πρόκειται για την εικόνα της Υπαπαντής του Χριστού, που είχε αφαιρεθεί από την μονή Βισικού στην Καλουτά και η οποία ήταν η πρώτη που εντοπίστηκε και στη συνέχεια ειδοποιήθηκαν οι αρχές, φτάνοντας στον εντοπισμό και την ταυτοποίηση και των άλλων εικόνων.
Τα λάθη του παρελθόντος
Η διαδικασία στο εξής κινείται σε ελληνικό επίπεδο από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με το Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας και σε διεθνές επίπεδο με τη συνεργασία της Ιντερπόλ και της Βρετανικής Αστυνομίας Σκότλαντ Γιαρντ. Αντίθετα από τις αρχικές πληροφορίες, περί δυσκολίας στη διαδικασία του επαναπατρισμού, αυτό μάλλον φαίνεται πως μπορεί να ξεπεραστεί, αρκεί όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, να γίνει η ταυτοποίηση με το αρχείο των φωτογραφιών που ευτυχώς έχουν στη διάθεσή τους οι ελληνικές αρχές και οι υπηρεσίες.
Εκεί βρίσκεται ίσως και ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά της υπόθεσης, που αποδεικνύει, ότι η νοοτροπία των «κλειστών θυρών» για πολλά χρόνια, που κρατούσαν οι δήμοι και οι κοινότητες, τα τοπικά συμβούλια, οι εκκλησιαστικές επιτροπές, οι ντόπιοι τοπάρχες σε κάθε χωριό και ενορία και όσοι είχαν την ευθύνη της διαχείρισης των ναών, έρχεται σήμερα να προκαλέσει επιπλέον προβλήματα από αυτά που θα μπορούσαν ήδη να έχουν λυθεί.
Οι εικόνες που ταυτοποιήθηκαν ανήκουν στον μικρό εκείνο αριθμό των εικόνων και κειμηλίων που αποτυπώθηκαν από το φωτογραφικό φακό των υπηρεσιών, ώστε να υπάρχει η γνώση της περιουσίας κάθε Ναού. Χρειάστηκε όμως να περάσουν πολλά χρόνια, για να ανοίξουν οι πόρτες των εκκλησιών, καθώς τις περισσότερες φορές χρειαζόταν άνωθεν παρέμβαση για να επιτραπεί στις υπηρεσίες να αποτυπώσουν φωτογραφικά τις εικόνες και τα ιερά αντικείμενα σε κάθε Ναό.
Όταν οι διαρρήξεις των Ναών όμως έγινε σχεδόν καθημερινότητα στην περιοχή, τότε άρχισε να αλλάζει και η νοοτροπία των τοπικών κοινωνιών, που ζήτησαν μόνες τους έπειτα, όχι μόνο την παρέμβαση των υπηρεσιών, αλλά και φάνηκαν διαθέσιμες να παραχωρήσουν τις εικόνες για να φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος και να αντικατασταθούν με αντίγραφα.
Ανεξάρτητα λοιπόν από τη σημασία του εντοπισμού σήμερα κάποιων από τις δεκάδες κλεμμένες εικόνες των τελευταίων ετών, τα εύσημα ανήκουν και σε εκείνες τις υπηρεσίες, που κινήθηκαν μεθοδικά και παρά την αντίδραση που συνάντησαν σε πολλές τοπικές κοινωνίες, κατάφεραν να έχουν στα χέρια τους το σχετικό υλικό, που να αποδεικνύει την ταυτότητα κάθε εικόνας και ιερού αντικειμένου.
Η αποκάλυψη της «Ε» έκανε το γύρο του κόσμου κάτι απόλυτα φυσικό, από τη στιγμή που δεν πρόκειται για ένα απλό και καθημερινό θέμα, αλλά για μία εξόφθαλμη περίπτωση εντοπισμού αντικειμένων, που κλάπηκαν από εκκλησίες του νομού, αλλά και από άλλες περιοχές.
Μετά την αρχική ταυτοποίηση έξι εικόνων που είχαν κλαπεί από εκκλησίες του νομού Ιωαννίνων στο Βισικό της Καλουτά, στον Άγιο Τρύφωνα στο Βίκο, καθώς επίσης και στη μονή Αγ. Νικολάου και Κοίμησης της Θεοτόκου στο Ηλιοχώρι, όπως και άλλων εκκλησιών από άλλες περιοχές, όπως από τη Σαμαρίνα, και το Πήλιο, πληροφορίες αναφέρουν πως το τελευταίο τριήμερο εντοπίστηκαν και ταυτοποιήθηκαν και άλλες εικόνες, που επίσης διατίθενται προς πώληση από την ίδια Πινακοθήκη.
Η έρευνα πάντως γίνεται με ιδιαίτερα προσεκτικά βήματα, καθώς κάθε λάθος μπορεί να αποβεί καθοριστικό στη διαδικασία, όχι μόνο της ταυτοποίησης, αλλά κυρίως του επαναπατρισμού των εικόνων, και φυσικά στην εξέλιξη των ερευνών, αναφορικά με τον εντοπισμό των προμηθευτών της Πινακοθήκης με τις εικόνες και των δραστών που αφαίρεσαν τις εικόνες αυτές από τους Ιερούς Ναούς.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί, ότι η διαδικασία ταυτοποίησης των εικόνων δεν είναι κάτι απλό, ούτε γίνεται απλώς με την αντιστοίχιση δύο φωτογραφιών. Αντιθέτως, είναι κάτι που απαιτεί πολύ χρόνο και γι’ αυτό τα όποια αποτελέσματα θα έρθουν στο φως στο εγγύς μέλλον.
Ωστόσο, υπάρχουν ήδη κάποια εμφανή αποτελέσματα της παρέμβασης των αρμόδιων υπηρεσιών τόσο των ελληνικών, όσο και των βρετανικών, αφού από την ιστοσελίδα της Πινακοθήκης αφαιρέθηκε, από το Σάββατο κιόλας, η πρώτη εικόνα που οδήγησε στον εντοπισμό και των υπολοίπων. Πρόκειται για την εικόνα της Υπαπαντής του Χριστού, που είχε αφαιρεθεί από την μονή Βισικού στην Καλουτά και η οποία ήταν η πρώτη που εντοπίστηκε και στη συνέχεια ειδοποιήθηκαν οι αρχές, φτάνοντας στον εντοπισμό και την ταυτοποίηση και των άλλων εικόνων.
Τα λάθη του παρελθόντος
Η διαδικασία στο εξής κινείται σε ελληνικό επίπεδο από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με το Τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας και σε διεθνές επίπεδο με τη συνεργασία της Ιντερπόλ και της Βρετανικής Αστυνομίας Σκότλαντ Γιαρντ. Αντίθετα από τις αρχικές πληροφορίες, περί δυσκολίας στη διαδικασία του επαναπατρισμού, αυτό μάλλον φαίνεται πως μπορεί να ξεπεραστεί, αρκεί όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, να γίνει η ταυτοποίηση με το αρχείο των φωτογραφιών που ευτυχώς έχουν στη διάθεσή τους οι ελληνικές αρχές και οι υπηρεσίες.
Εκεί βρίσκεται ίσως και ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά της υπόθεσης, που αποδεικνύει, ότι η νοοτροπία των «κλειστών θυρών» για πολλά χρόνια, που κρατούσαν οι δήμοι και οι κοινότητες, τα τοπικά συμβούλια, οι εκκλησιαστικές επιτροπές, οι ντόπιοι τοπάρχες σε κάθε χωριό και ενορία και όσοι είχαν την ευθύνη της διαχείρισης των ναών, έρχεται σήμερα να προκαλέσει επιπλέον προβλήματα από αυτά που θα μπορούσαν ήδη να έχουν λυθεί.
Οι εικόνες που ταυτοποιήθηκαν ανήκουν στον μικρό εκείνο αριθμό των εικόνων και κειμηλίων που αποτυπώθηκαν από το φωτογραφικό φακό των υπηρεσιών, ώστε να υπάρχει η γνώση της περιουσίας κάθε Ναού. Χρειάστηκε όμως να περάσουν πολλά χρόνια, για να ανοίξουν οι πόρτες των εκκλησιών, καθώς τις περισσότερες φορές χρειαζόταν άνωθεν παρέμβαση για να επιτραπεί στις υπηρεσίες να αποτυπώσουν φωτογραφικά τις εικόνες και τα ιερά αντικείμενα σε κάθε Ναό.
Όταν οι διαρρήξεις των Ναών όμως έγινε σχεδόν καθημερινότητα στην περιοχή, τότε άρχισε να αλλάζει και η νοοτροπία των τοπικών κοινωνιών, που ζήτησαν μόνες τους έπειτα, όχι μόνο την παρέμβαση των υπηρεσιών, αλλά και φάνηκαν διαθέσιμες να παραχωρήσουν τις εικόνες για να φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος και να αντικατασταθούν με αντίγραφα.
Ανεξάρτητα λοιπόν από τη σημασία του εντοπισμού σήμερα κάποιων από τις δεκάδες κλεμμένες εικόνες των τελευταίων ετών, τα εύσημα ανήκουν και σε εκείνες τις υπηρεσίες, που κινήθηκαν μεθοδικά και παρά την αντίδραση που συνάντησαν σε πολλές τοπικές κοινωνίες, κατάφεραν να έχουν στα χέρια τους το σχετικό υλικό, που να αποδεικνύει την ταυτότητα κάθε εικόνας και ιερού αντικειμένου.
ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΣΤΟ: www.epirusonline.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου