ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΕΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ ΣΤΟ:

iliochori@gmail.com


16 Μαρ 2011

Ζαγόρι: Ένα άλλο μοντέλο ζωής.

Ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο από τα Ιωάννινα για το Κεντρικό Ζαγόρι συναντάς δύο χωριά. Δεν είναι τα πιο διάσημα, δεν είναι τα πιο ανεπτυγμένα.
Παλαιότερα λέγονταν Aνω Σουδενά και η πρώτη ιστορική μαρτυρία για το χωριό βρίσκεται σ’ ένα Χρυσόβουλο του Δεσπότη της Ηπείρου Συμεών Παλαιολόγου το έτος 1361. Το όνομα Σουδενά είναι πιθανότατα σλαβικό και σημαίνει «ψυχρός τόπος», κάτι που μάλλον σχετίζεται με τη ρεματιά που βρίσκεται ανάμεσα από τους 5 λόφους όπου είναι χτισμένο το χωριό κι απ’ την οποία το βράδυ κατεβαίνει ψυχρός αέρας.
Ο Πάνω Μαχαλάς, με κέντρο την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου ήταν ο πρώτος πυρήνας του χωριού ενώ γύρω στο 1670 δημιουργήθηκε ο Κάτω Μαχαλάς, με κέντρο την εκκλησία της Μεταμόρφωσης. Στα ανατολικά και στα νότια του οικισμού, και πολύ κοντά σ’ αυτόν, βρίσκονται τα μοναστήρια της Αγίας Παρασκευής και της Ευαγγελίστριας, τα οποία, κατά μία άποψη, προϋπήρχαν του χωριού. Μελετητές μάλιστα ισχυρίζονται πως ίσως τα μοναστήρια να αποτέλεσαν την αιτία δημιουργίας του οικισμού, στον οποίο εγκαταστάθηκαν οι εργαζόμενοι στα μοναστηριακά κτήματα.
Όπως όλα τα χωριά στο Ζαγόρι κι αυτό ήκμασε κι αυτό πολύ την περίοδο μετά τον 18ο αιώνα (όταν το Ζαγόρι απολάμβανε ένα είδος αυτονομίας) καθώς οι κάτοικοί του ταξίδευαν αρχικά προς τα Βόρεια Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη και από τις αρχές του 20ού αιώνα κυρίως προς την Αίγυπτο. Στο χωριό ήταν ανεπτυγμένη η γεωργία, γεγονός που φανερώνουν τα δεκάδες αλώνια που βρίσκονται ολόγυρα του οικισμού.
Γύρω στα 1870 τα Ανω Σουδενά αριθμούσαν 130 οικογένειες και πάνω από 800 κατοίκους, είχαν σχολεία, εκκλησίες και σπουδαία μοναστήρια. Τα Ανω Πεδινά είναι η γενέτειρα του μεγάλου δάσκαλου του γένους Νεόφυτου Δούκα (1760-1845, ήταν ο πρώτος διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής) και του ιατροφιλόσοφου, ιστοριοδίφη Ιωάννη Λαμπρίδη (1836-1891), ο οποίος έγραψε τα «Ηπειρωτικά Μελετήματα», ένα από τα σημαντικότερα βιβλία για την ιστορία της Ηπείρου. Το 1928 το χωριό μετονομάστηκε «Ανω Κάμπος» και το 1929 «Ανω Πεδινά». Στο χωριό αξίζει να δείτε τις ενδιαφέρουσες εκκλησίες του Αγίου Δημητρίου (1793) με τις ωραίες καμάρες στην πλατεία, του Αγίου Γεωργίου και της Κοίμησης της Θεοτόκου και φυσικά τη Μονή Ευαγγελίστριας.
H εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και το καθολικό στο εγκαταλειμμένο μοναστήρι της Ευαγγελίστριας είναι αγιογραφημένα από Πανωσουδενιώτες αγιογράφους: από τον Λάζαρο Λαζόπουλο και τον ανιψιό του Λάζαρο Κανίκη. Αυτοί οι δύο καλλιτέχνες έκαναν γνωστά τα Σουδενά ως χωριό με ζωγραφική παράδοση. Σήμερα τα Ανω Πεδινά είναι από τα πιο πολυάνθρωπα χωριά στο Ζαγόρι. Εχει καμιά 100αριά μόνιμους κατοίκους μεταξύ των οποίων πολλοί νέοι.
Πλέον στο χωριό ντόπιος λογαριάζεται αυτός που ζει μόνιμα εδώ και έτσι η μικρή κοινότητα έχει καταφέρει να έχει αξιόλογη κοινωνική συνοχή ενσωματώνοντας όλους τους «ξενομερίτες», Ελληνες και αλλοδαπούς.

Μονή Αγίας Παρασκευής
Βρίσκεται σε απόσταση 1 χλμ. από τα Ανω Πεδινά (περίπου μισή ώρα με τα πόδια), στους πρόποδες του βουνού Στούρος, σε θέση με υπέροχη θέα προς το βουνό Μιτσικέλι. Το παλιό μοναστήρι κτίστηκε το 1750 και σήμερα σώζεται το καθολικό. Στον θόλο του καθολικού ξεχωρίζουν οι αγιογραφίες του Χιονιαδίτη αγιογράφου Β. Φίλη. Στο μοναστήρι θα δείτε τα ερείπια των κελιών του καθώς και μια δεξαμενή σκεπασμένη με πλάκες.

Ο ΣΟΥΔΕΝΙΩΤΙΚΟΣ ΚΑΜΠΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΩ ΠΕΔΙΝΑ
»Μια μικρή κοιλάδα με έναν από τους πιο εύφορους κάμπους των Ζαγοροχωρίων χωρίζει τα Ανω από τα Κάτω Πεδινά. Αυτός ο πλούσιος κάμπος που σήμερα δημιουργεί θαυμάσιες εικόνες με τα βουνά ολόγυρα (ειδικά το πρωί όταν σκεπάζεται από μια λεπτή διάφανη πάχνη) είναι ο λόγος που οι παλαιότεροι Ζαγορίσιοι αποκαλούσαν τα Ανω και τα Κάτω Πεδινά «Ψωμοχώρια», καθώς εδώ οι προκομμένοι αγρότες καλλιεργούσαν με επιμέλεια δημητριακά.
Ο σουδενιώτικος κάμπος καλλιεργούνταν κυρίως με σιτάρι, καλαμπόκι, φακές, ρεβίθια και πολλά αμπέλια: η παραγωγή σταφυλιών ανερχόταν τον 19ο αιώνα στις 88.000 οκάδες!
Σήμερα το μεγάλο στοίχημα για τους κατοίκους των Ανω και Κάτω Πεδινών είναι να μη χαθεί (δηλαδή πουληθεί σε αγροτεμάχια, που θα χτιστούν στο μέλλον) ο κάμπος, όπως ακριβώς συνέβη στον διπλανό των Ασπραγγέλων. Οι κάτοικοι σχεδιάζουν να συγκροτήσουν κοινοτικό κοπάδι με πρόβατα που θα βόσκουν στον κάμπο ενώ ο Βαγγέλης Παπιγκιώτης (που μας έδωσε την πληροφορία) φέτος στο χωράφι του θα βάλει στάρι.
Καθώς οδηγείτε προς τα Κάτω Πεδινά και πριν ακόμα φανούν τα πρώτα τους σπίτια, στις πεδινές εκτάσεις δεξιά του οδοστρώματος θα δείτε 5 παλιά πέτρινα πηγάδια. Τα Κάτω Πεδινά είναι μικρό αλλά πολύ πολύ γραφικό χωριουδάκι με ένα εξαιρετικά χαριτωμένο ναό του Αγίου Αθανασίου και μια θαυμάσια ηλιόλουστη πλατεία με εξαιρετική θέα στο σουδενιώτικο κάμπο.
Ο ναός του Αγίου Αθανασίου (του 1704) είναι τύπου τρίκλιτης βασιλικής με τρούλο, και διατηρεί τοξωτές στοές, ξυλόγλυπτο τέμπλο και ωραίες εικόνες. Αλλες αξιόλογες εκκλησίες είναι των Ταξιαρχών με τοιχογραφίες που ανάγονται στα πρώτα χρόνια της μεταβυζαντινής περιόδου, του Αγίου Βλάσιου και της Αγίας Βαρβάρας.
Οι Κατωσουδενιώτες διέπρεψαν στη Ρουμανία και στην Αίγυπτο ενώ κάτοικοι των Ανω και Κάτω Σουδενών μετοίκησαν στην Πελοπόννησο όπου δημιούργησαν εκεί τα χωριά Ανω και Κάτω Σουδενών που σήμερα λέγονται Ανω και Κάτω Λουσοί. Σε χρυσόβουλο του Δεσπότη Συμεών (1352), αναφέρεται ότι το 1361 το χωριό ήταν ήδη γνωστό ως μεγάλος και πλούσιος οικισμός, ο οποίος έκανε προκοπή χάρη στο εύφορο οροπέδιο και την ποτιστική κοιλάδα του Καλαμά, που αποτελούσαν το σιτοβολώνα του Ζαγορίου.
Παλιότερα τα όρια της κοινότητας έφταναν έως το Καλπάκι όπου εκτείνονταν τα ποτιστικά χωράφια του χωριού. Ο οικισμός όμως σήμερα φτάνει μόνο έως την κορυφή του λόφου Μπαφαράχη.
Ως πριν από λίγα χρόνια το χωριό είχε σχεδόν ερημώσει και καθόλου νέοι άνθρωποι δεν υπήρχαν, το καφενείο ήταν κλειστό και πολλά σπίτια κατέρρεαν.
Σήμερα ζουν στο χωριό καμιά 35αριά άνθρωποι, και λίγοι νέοι. Και φαίνεται πως ξαναζωντανεύει από τότε που ξανάνοιξε το καφενείο στο Μεσοχώρι...

ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΟ ΤΣΕΡΒΑΡΙ
Απέχει ελάχιστα από τον κάμπο των Πεδινών και είναι ένα χωριό σαν όλα τα άλλα τα ορεινά. Μόνο που εδώ μπορείτε εύκολα να κάνετε το πρώτο σας «μάθημα» με θέμα: «Η συγκρότηση των ορεινών οικισμών της Πίνδου». Ο καλύτερος δάσκαλος για το μάθημα αυτό είναι ο αρχιτέκτονας Μιχάλης Αράπογλου. Αυτός μας δίδαξε κι εμείς όσο μπορούμε μεταφέρουμε τη γνώση!
Είτε το χωριό το πεις Ελαφότοπο είτε Τσερβάρι (όπως λεγόταν παλιά) είναι το ίδιο πράγμα. Σημαίνει τόπο με ελάφια και πιθανότατα κάποια να υπήρχαν στην περιοχή. Χτισμένο στα 1.100 μέτρα και κοντά στα νότια κράσπεδα της χαράδρας του Βίκου, το σημερινό χωριό μοιάζει πολύ ήσυχο σε σχέση με το κεφαλοχώρι του παρελθόντος.
Μονάχα κάθε χρόνο στου Σωτήρος φαίνεται να ξανανιώνει με το πανηγύρι και τον Γρηγόρη Καψάλη -που είναι Τσερβαριώτης-στο κλαρίνο. Ακόμα όμως και χωρίς την παρουσία των ανθρώπων τα σημάδια τους όλα βρίσκονται εδώ, αρκεί να μπορέσετε να τα διαβάσετε..
Για παράδειγμα, ο πλάτανος στη μέση του χωριού μοιάζει με ένα γεωμετρικό σημείο στον φυσικό χώρο της πλατείας. Αυτό το δέντρο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το γεωγραφικό κέντρο όχι μόνο της πλατείας, αλλά όλης της έκτασης του οικισμού. Είναι δυνατόν όμως ένας ορεινός οικισμός να διατάσσεται κυκλικά;
Στην Πίνδο, στην ορεινή Ήπειρο, αλλά και ίσως σ’ ολόκληρη την ορεινή Ελλάδα (πιθανά και σ’ όλη την Ευρώπη) οι οικισμοί οργανώθηκαν και αναπτύχθηκαν ακολουθώντας ένα σύστημα ομόκεντρων κύκλων, παρ’ όλο που η γεωγραφία του εδάφους, το ανάγλυφο του τοπίου, φαίνεται να μην προσφέρεται ευνοϊκά για την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος δόμησης.
Ολόκληρος ο χώρος έχει μια καμπυλότητα που στην ουσία είναι η καμπυλότητα του εδάφους. Κέντρο του οικισμού είναι η πλατεία που συγκεντρώνει όλη την υλική και πνευματική υπόσταση της κοινότητας.
Αποτελεί σημείο αναφοράς όλων των μελών της κοινότητας, αλλά και όποιου επισκέπτεται το χωριό.

ΟΙ ΟΜΟΚΕΝΤΡΟΙ ΚΥΚΛΟΙ
Καθόλου τυχαία δεν είναι η θέση και η λειτουργικότητα των κτιρίων γύρω από την πλατεία ή αν προτιμάτε στην πρώτη από της πολλές περιφέρειες των ομόκεντρων «κύκλων» του ορεινού οικισμού. O κεντρικός ιερός ναός στον Ελαφότοπο δεν είναι πάνω στην πλατεία, αλλά λίγο πιο πίσω. Στα περισσότερα όμως ορεινά χωριά βρίσκεται πάνω στην πλατεία και διαφέρει αισθητά σε μέγεθος, τρόπο κατασκευής και παρουσία απ΄ όλους τους άλλους του χωριού. Το χαρακτηριστικότερο σημείο του είναι η τοξωτή στοά. Η στοά κατασκευάζεται κατά κανόνα στην νότια πλευρά του ναού, αλλά πολλές φορές σε δύο πλευρές ή πιο σπάνια σε τρεις. Είναι το άτυπο οικονομικό και πολιτικό κέντρο του οικισμού και μπορεί να συγκριθεί με...την αρχαία ελληνική στοά!
Μαζί με τον χαρακτηριστικό πλάτανο, τη βρύση (ή τη στέρνα) και τον κεντρικό ιερό ναό, στην πλατεία του χωριού θα συναντήσει κανείς και το «Αμελικό» που χρησίμευε ως ξενώνας. Συνήθως ήταν πέτρινο διώροφο κτίσμα, πολύ κοντά στην εκκλησία, το οποίο στις μέρες μας έχει μετατραπεί σε κοινοτικό κατάστημα ή πολιτιστικό κέντρο.
Στρέφοντας το βλέμμα γύρω από την πλατεία είναι σίγουρο ότι θα συναντήσουμε το «μαγαζί». Είναι καφενείο και εστιατόριο και ταυτόχρονα παντοπωλείο. Είναι μικρό εμπορικό κέντρο και εκφράζει την οικονομική ζωή της κοινότητας. Συνήθως χρειάζονται δύο «μαγαζιά»? αν τσακωθούμε;
Καθόλου τυχαίο δεν είναι επίσης το γεγονός ότι οι κατοικίες γύρω από την πλατεία, στην περιφέρεια ενός κύκλου με λίγο μεγαλύτερη ακτίνα, ανήκουν στις ευκατάστατες οικογένειες. Σε εκείνες που έχουν τη μεγαλύτερη εξουσία, όχι μόνο οικονομική, αλλά πολιτική και κοινωνική.

ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟΥ ΙΣΤΟΥ
Έξω από τον οικισμό, έτσι όπως διατάσσεται σήμερα, γυρίστε νοερά τον χρόνο πίσω και φανταστείτε στις παρυφές του τους Σαρακατσαναίους με τα πρόβατά τους να ξεκαλοκαιριάζουν και ακόμα πιο πέρα (σε περιφέρεια μεγαλύτερης ακτίνας) τους γύφτους, τους τεχνίτες δηλαδή και τα εργατικά χέρια.
Τρεις κοινωνικές ομάδες σε διαφορετική θέση, όσον αφορά τον οικισμό-κοινότητα που ταυτόχρονα δηλώνει το οικονομικό-κοινωνικό επίπεδό τους.
Όπως εύκολα μπορείτε να καταλάβετε, ο κύκλος σαν γεωμετρικό σχήμα έχει την ικανότητα να εκφράζει στον χώρο την έννοια της ιεράρχησης.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου