Το Μοναστήρι είναι χτισμένο πολύ κοντά στην αρχή της χαράδρας του Βίκου, στο μικρό Βικάκι, όπως χαρακτηριστικά ονομάζεται η περιοχή. Γεωγραφικά βρίσκεται ανάμεσα από το Τσεπέλοβο και το Καπέσοβο. Όταν αναφερόμαστε στην ονομασία Ρογκοβός δεν εννοούμε μόνο το μοναστήρι, αλλά και τα οικοδομήματα γύρω απ' αυτό και άλλες εκτάσεις περίπου 3000 στρεμμάτων . Ως προς την ετυμολογία της λέξης οι απόψεις διίστανται. Πολλοί τη θεωρούν σλαβική λέξη ( η κατάληξη -βο στα σλαβικά σημαίνει τόπος ) που ίσως σημαίνει τόπος από ρόγκια ,δηλαδή κατεστραμμένος τόπος. Ο Ευριπίδης Γιαννακός, δάσκαλος, λόγιος, συγγραφέας και αξιόλογος ερευνητής της ιστορίας του Ζαγορίου αναφέρει πως στα σλαβικά Ρογκοβός σημαίνει χαραδρότοπος. Ο Κώστας Οικονόμου στο βιβλίο του για τα τοπωνύμια του Ζαγορίου αναφέρει : « κατά τη γνώμη μου πρόκειται για σλαβικό επιθετικό σχηματισμό από το σλαβικό το0 και την επιθετική κατάληξη -όνο. Η λέξη π>9 δε χρησιμοποιείται εδώ με τη σημασία "κέρας", αλλά ως γεωγραφικός όρος με τη σημασία "γλώσσα, λωρίδα γης", ταυτόσημο με την Ηπειρωτική λέξη "ζωνάρι".
Σχετικά με την χρονολογία κτίσης του μοναστηριού οι απόψεις συγκλίνουν στα έτη 1028 -1034 από την Πουλχερία .αδερφή του Ρωμανού του Αργυρού, αυτοκράτορα του Βυζαντίου .Το πρώτο όμως αυτό κτίσμα καταστράφηκε ολοκληρωτικά και ανοικοδομήθηκε το 1749, χρονολογία που μας κάνει γνωστή μια επιγραφή, πάνω από την είσοδο της εκκλησίας. Το μοναστήρι ζωγραφίστηκε 16 χρόνια μετά το χτίσιμο του με χρήματα των αδερφών Κοντοδήμου από το Βραδέτο και του Γεωργίου Πασχάλη από το Καπέσοβο. Οι Καπεσοβίτες αγιογράφοι ζωγράφισαν την εκκλησία με παραστάσεις από την Παλιά και την Καινή Διαθήκη, με θαύματα Αγίων και με μια πρωτοτυπία: καθώς μπαίνουμε στο καθολικό από την αριστερή πλευρά ζωγράφισαν τα πρόσωπα των αδερφών Κοντοδήμου, οι οποίοι πρόσφεραν χρηματικό ποσό για την αγιογράφηση. Σήμερα από τις εικόνες των δύο αδερφών σώζεται μόνο του Χριστόδουλου Κοντοδήμου, ενώ απ αυτή του Νούτσου σώζεται μόνο ένα μικρό τμήμα. Στην περιοχή του Ζαγορίου συνήθιζαν να ζωγραφίζουν μαζί με τους Αγίους και πολιτικά πρόσωπα συνήθως αυτά που είχαν συμβάλλει στην κατασκευή ή εικονογράφηση των ιερών μνημείων.
Για να μπει κάποιος από το νάρθηκα στο καθολικό πρέπει να κατέβει 3 με 4 σκαλοπάτια, πράγμα που το συναντούμε στις εκκλησίες κι άλλων μοναστηριών. Εξίσου αξιοπερίεργο είναι και το γεγονός ότι το μοναστήρι έχει μικρή πόρτα. Η εξήγηση που δίνεται από πολλούς είναι ότι η χαμηλή πόρτα δεν επέτρεπε στους Τούρκους να μπαίνουν στην εκκλησία καβάλα στο άλογο τους, όπως πολλές φορές συνήθιζαν να κάνουν.
Μπαίνοντας λοιπόν κανείς στο καθολικό εκτός της αξιόλογης αγιογράφησης εντυπωσιάζεται και από το ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο τέμπλο, που ευτυχώς διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση. Από τις εικόνες του μπορούμε να αντλήσουμε πολλά στοιχεία, αλλά και να προσκυνήσουμε και τη θαυματουργή εικόνα του Προδρόμου, για την οποία έχουμε ακούσει πολλές ιστορίες από τους παλιότερους.
Στο μοναστήρι σώζονται ακόμη και λείψανα από τους αγίους Διονύσιο Αρεοπαγίτη, Παχώμιο και Θεόδωρο τον Τύρωνα. Αυτά φυλάγονται σε ασημένιο κουτί , που κατασκευάστηκε από κάποιον Δημήτριο Χρυσοχόο στη Νεβεσκα το 1877.
Αξιόλογος επίσης είναι και ο νάρθηκας ως προς την αγιογράφηση του η οποία έγινε το 1844 , όπως μας πληροφορεί η επιγραφή που σώζεται πάνω από την πόρτα εισόδου στο καθολικό. Δυστυχώς όμως τα διάφορα ρήγματα στους τοίχους κατέστρεψαν τις Αγιογραφίες, αλλά και κάποια ασυνείδητα ανθρώπινα χέρια χάραξαν πάνω τους ονόματα και χρονολογίες, για ποιο λόγο άραγε;
Το Μοναστήρι του Ρογκοβού αποτελείται από την εκκλησία, αλλά και από δύο άλλα κτιριακά συγκροτήματα . Το ένα, το πιο μεγάλο και το πιο παλιό βρίσκεται στο δυτικό μέρος της εκκλησίας και αποτελείται από τρία μεγάλα δωμάτια (νοντάδες) και από μια τεράστια κρεβάτα ,οτην οποία γίνεται γλέντι κάθε χρόνο στις 24 Ιουνίου. Το άλλο κτιριακό συγκρότημα, χτισμένο σε νεώτερα χρόνια ,βρίσκεται στην ανατολική πλευρά και αποτελείται από δύο δωμάτια και μια κρεβάτα. Το μοναστήρι όπως ήδη αναφέραμε πρωτοχτίστηκε από την Πουλχερία -Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνουν πολλοί μελετητές, οι οποίοι μάλιστα αναφέρουν και τις απόψεις του Τσεπελοβίτη μοναχού Νεόφυτου και του ηγούμενου Ναθαναήλ Μαυρίδη . Και οι απόψεις αυτές ενισχύονται από την ύπαρξη θολωτού υπογείου κατά την κατασκευή της αντερίδας στον ανατολικό τοίχο της μονής. Πώς όμως καταστράφηκε το πρώτο αυτό κτίσμα; Το κατέστρεψαν οι Σλάβοι ή καταστράφηκε από τους σεισμούς και τις κατολισθήσεις ,που πιθανόν συντάραξαν την περιοχή ; Τίποτε δεν είναι εξακριβωμένο σήμερα, είναι όμως φανερό και από την τωρινή κατάσταση του μοναστηριού ότι το έδαφος είναι σαθρό .
Η δεύτερη οικοδόμηση της εκκλησίας παρουσίασε ρήγματα και οι αρμόδιοι φορείς της εποχής εκείνης πήραν δραστικά μέτρα γεγονός που το φανερώνουν οι αντερίδες που κατασκευάστηκαν. Αλλά παρά τα ριζικά αυτά μέτρα το μοναστήρι κινδύνευσε και πάλι να καταρρεύσει. Τον κίνδυνο τον εντόπισε ο συντοπίτης μας μηχανικός Αρίστιππος Κουσίδης κατά τα έτη 1920 -1927 και τον ανέφερε στο δεσπότη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα, ο οποίος έδειξε ενδιαφέρον και με τη βοήθεια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου έγινε η στερέωση της τοιχοποιίας με αντερίδες . Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα μετά το τέλος του Β* Παγκόσμιου Πολέμου
Ακολούθησε κι άλλη επισκευή του Μοναστηριού Αυτή τη φορά τα χρήματα δόθηκαν από τους συντοπίτες μας Ζαγορίσιους -αξίζει εδώ να αναφέρουμε κάποιους αξιόλογους Τσεπελοβίτες οι οποίοι έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το μοναστήρι μας : ο Πέτρος Γιαννακός, ο Χριστόδουλος Πέτρινος, ο Οδυσσέας Φλώρος, ο Ευριπίδης Γιαννακός, ο Αποστόλης Κολιός και πολλοί άλλοι και τοποθετήθηκε από την επιτροπή ο παπα-Κρυστάλλης, ο οποίος έδειξε πραγματικό ζήλο κι αγάπη για το αξιόλογο αυτό θρησκευτικό κειμήλιο. Μετά τον παπα - Κρυστάλλη τοποθετήθηκε στο Μοναστήρι ένας μοναχός από τους Κήπους , ο Αναστάσιος (Ανέστης ) Λιάγκας. Κατά την περίοδο της διαμονής του το μοναστήρι διατηρούνταν σε πολύ καλή κατάσταση.
Από τα οικοδομικά συγκροτήματα που υπάρχουν γύρω από το Μοναστήρι μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι είχε φτάσει σε μεγάλο σημείο ακμής. Ο Ευριπίδης Γιαννακός, ο οποίος μελέτησε το κοινοτικό αρχείο του Τσεπελόβου αναφέρει στο βιβλίο του< Το μοναστήρι του Αγιάννη στο Ρογκοβό > ότι το μοναστήρι είχε παλιότερα μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία και μάλιστα παραθέτει και τα σχετικά έγγραφα . Ο Ι. Λαμπρίδης αναφέρει πως το μοναστήρι είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία και μάλιστα πλήρωνε φόρο γι΄ αυτήν.
Σχετικά με την χρονολογία κτίσης του μοναστηριού οι απόψεις συγκλίνουν στα έτη 1028 -1034 από την Πουλχερία .αδερφή του Ρωμανού του Αργυρού, αυτοκράτορα του Βυζαντίου .Το πρώτο όμως αυτό κτίσμα καταστράφηκε ολοκληρωτικά και ανοικοδομήθηκε το 1749, χρονολογία που μας κάνει γνωστή μια επιγραφή, πάνω από την είσοδο της εκκλησίας. Το μοναστήρι ζωγραφίστηκε 16 χρόνια μετά το χτίσιμο του με χρήματα των αδερφών Κοντοδήμου από το Βραδέτο και του Γεωργίου Πασχάλη από το Καπέσοβο. Οι Καπεσοβίτες αγιογράφοι ζωγράφισαν την εκκλησία με παραστάσεις από την Παλιά και την Καινή Διαθήκη, με θαύματα Αγίων και με μια πρωτοτυπία: καθώς μπαίνουμε στο καθολικό από την αριστερή πλευρά ζωγράφισαν τα πρόσωπα των αδερφών Κοντοδήμου, οι οποίοι πρόσφεραν χρηματικό ποσό για την αγιογράφηση. Σήμερα από τις εικόνες των δύο αδερφών σώζεται μόνο του Χριστόδουλου Κοντοδήμου, ενώ απ αυτή του Νούτσου σώζεται μόνο ένα μικρό τμήμα. Στην περιοχή του Ζαγορίου συνήθιζαν να ζωγραφίζουν μαζί με τους Αγίους και πολιτικά πρόσωπα συνήθως αυτά που είχαν συμβάλλει στην κατασκευή ή εικονογράφηση των ιερών μνημείων.
Για να μπει κάποιος από το νάρθηκα στο καθολικό πρέπει να κατέβει 3 με 4 σκαλοπάτια, πράγμα που το συναντούμε στις εκκλησίες κι άλλων μοναστηριών. Εξίσου αξιοπερίεργο είναι και το γεγονός ότι το μοναστήρι έχει μικρή πόρτα. Η εξήγηση που δίνεται από πολλούς είναι ότι η χαμηλή πόρτα δεν επέτρεπε στους Τούρκους να μπαίνουν στην εκκλησία καβάλα στο άλογο τους, όπως πολλές φορές συνήθιζαν να κάνουν.
Μπαίνοντας λοιπόν κανείς στο καθολικό εκτός της αξιόλογης αγιογράφησης εντυπωσιάζεται και από το ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο τέμπλο, που ευτυχώς διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση. Από τις εικόνες του μπορούμε να αντλήσουμε πολλά στοιχεία, αλλά και να προσκυνήσουμε και τη θαυματουργή εικόνα του Προδρόμου, για την οποία έχουμε ακούσει πολλές ιστορίες από τους παλιότερους.
Στο μοναστήρι σώζονται ακόμη και λείψανα από τους αγίους Διονύσιο Αρεοπαγίτη, Παχώμιο και Θεόδωρο τον Τύρωνα. Αυτά φυλάγονται σε ασημένιο κουτί , που κατασκευάστηκε από κάποιον Δημήτριο Χρυσοχόο στη Νεβεσκα το 1877.
Αξιόλογος επίσης είναι και ο νάρθηκας ως προς την αγιογράφηση του η οποία έγινε το 1844 , όπως μας πληροφορεί η επιγραφή που σώζεται πάνω από την πόρτα εισόδου στο καθολικό. Δυστυχώς όμως τα διάφορα ρήγματα στους τοίχους κατέστρεψαν τις Αγιογραφίες, αλλά και κάποια ασυνείδητα ανθρώπινα χέρια χάραξαν πάνω τους ονόματα και χρονολογίες, για ποιο λόγο άραγε;
Το Μοναστήρι του Ρογκοβού αποτελείται από την εκκλησία, αλλά και από δύο άλλα κτιριακά συγκροτήματα . Το ένα, το πιο μεγάλο και το πιο παλιό βρίσκεται στο δυτικό μέρος της εκκλησίας και αποτελείται από τρία μεγάλα δωμάτια (νοντάδες) και από μια τεράστια κρεβάτα ,οτην οποία γίνεται γλέντι κάθε χρόνο στις 24 Ιουνίου. Το άλλο κτιριακό συγκρότημα, χτισμένο σε νεώτερα χρόνια ,βρίσκεται στην ανατολική πλευρά και αποτελείται από δύο δωμάτια και μια κρεβάτα. Το μοναστήρι όπως ήδη αναφέραμε πρωτοχτίστηκε από την Πουλχερία -Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνουν πολλοί μελετητές, οι οποίοι μάλιστα αναφέρουν και τις απόψεις του Τσεπελοβίτη μοναχού Νεόφυτου και του ηγούμενου Ναθαναήλ Μαυρίδη . Και οι απόψεις αυτές ενισχύονται από την ύπαρξη θολωτού υπογείου κατά την κατασκευή της αντερίδας στον ανατολικό τοίχο της μονής. Πώς όμως καταστράφηκε το πρώτο αυτό κτίσμα; Το κατέστρεψαν οι Σλάβοι ή καταστράφηκε από τους σεισμούς και τις κατολισθήσεις ,που πιθανόν συντάραξαν την περιοχή ; Τίποτε δεν είναι εξακριβωμένο σήμερα, είναι όμως φανερό και από την τωρινή κατάσταση του μοναστηριού ότι το έδαφος είναι σαθρό .
Η δεύτερη οικοδόμηση της εκκλησίας παρουσίασε ρήγματα και οι αρμόδιοι φορείς της εποχής εκείνης πήραν δραστικά μέτρα γεγονός που το φανερώνουν οι αντερίδες που κατασκευάστηκαν. Αλλά παρά τα ριζικά αυτά μέτρα το μοναστήρι κινδύνευσε και πάλι να καταρρεύσει. Τον κίνδυνο τον εντόπισε ο συντοπίτης μας μηχανικός Αρίστιππος Κουσίδης κατά τα έτη 1920 -1927 και τον ανέφερε στο δεσπότη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα, ο οποίος έδειξε ενδιαφέρον και με τη βοήθεια του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου έγινε η στερέωση της τοιχοποιίας με αντερίδες . Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα μετά το τέλος του Β* Παγκόσμιου Πολέμου
Ακολούθησε κι άλλη επισκευή του Μοναστηριού Αυτή τη φορά τα χρήματα δόθηκαν από τους συντοπίτες μας Ζαγορίσιους -αξίζει εδώ να αναφέρουμε κάποιους αξιόλογους Τσεπελοβίτες οι οποίοι έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το μοναστήρι μας : ο Πέτρος Γιαννακός, ο Χριστόδουλος Πέτρινος, ο Οδυσσέας Φλώρος, ο Ευριπίδης Γιαννακός, ο Αποστόλης Κολιός και πολλοί άλλοι και τοποθετήθηκε από την επιτροπή ο παπα-Κρυστάλλης, ο οποίος έδειξε πραγματικό ζήλο κι αγάπη για το αξιόλογο αυτό θρησκευτικό κειμήλιο. Μετά τον παπα - Κρυστάλλη τοποθετήθηκε στο Μοναστήρι ένας μοναχός από τους Κήπους , ο Αναστάσιος (Ανέστης ) Λιάγκας. Κατά την περίοδο της διαμονής του το μοναστήρι διατηρούνταν σε πολύ καλή κατάσταση.
Από τα οικοδομικά συγκροτήματα που υπάρχουν γύρω από το Μοναστήρι μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι είχε φτάσει σε μεγάλο σημείο ακμής. Ο Ευριπίδης Γιαννακός, ο οποίος μελέτησε το κοινοτικό αρχείο του Τσεπελόβου αναφέρει στο βιβλίο του< Το μοναστήρι του Αγιάννη στο Ρογκοβό > ότι το μοναστήρι είχε παλιότερα μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία και μάλιστα παραθέτει και τα σχετικά έγγραφα . Ο Ι. Λαμπρίδης αναφέρει πως το μοναστήρι είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία και μάλιστα πλήρωνε φόρο γι΄ αυτήν.
ΠΗΓΗ: http://hayati.gr/
ΦΩΤΟ: Από προσωπικό αρχείο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου